Εμείς οι Ευρωστριμωγμένοι

Του Άρη Δαβαράκη
                                                       photo: P. Nikki@Flickr
Έχω καιρό να γράψω και αυτό προκύπτει από μία μεγάλη αμηχανία γύρω απ’ όσα μας συμβαίνουν, όσα ζούμε ως διευρυμένη πια παγκόσμια κοινωνία - και τα μοιραζόμαστε. Η κατάρρευση των «μεγάλων κομμάτων» και η πολυετής πια ύφεση μέσα στην οποία κολυμπάμε, έχουν διαμορφώσει μια νέα κατάσταση και για τη δική μας, την Ελληνική πραγματικότητα. Όλοι έχουν τα δίκια τους, όλοι έχουμε άδικο, τίποτα σταθερό και πέρα από κάθε αμφισβήτηση δεν ισχύει. Όλα παίζουν. Η Ευρώπη είναι και καλή και κακή. Και μονόδρομος και παγίδα. Οι ΗΠΑ φτάσανε να κατηγορούνται από Ελληνικές Δεξιές εφημερίδες πως υπό την προεδρία του Ομπάμα έχουν μετατραπεί σε υποχείριο των Ισλαμιστών και ότι παίζουν το παιχνίδι των φανατικών του Μωάμεθ. Η Ρωσία είναι πια μια πολύ πλούσια χώρα, με χιλιάδες εκατομμυριούχους, που αγοράζουν και πουλάνε ό,τι θέλουνε με ρούβλια, ευρώ, δολάρια, γουάν, χρυσό ή γιέν - έχουν όμως ακόμα μια ελαφρά μυρωδιά μαφιόζικη που δεν ξεπλένεται εύκολα στα διεθνή πλυντήρια του μαύρου χρήματος. Η Κίνα είναι η μεγάλη ελπίδα όλων μας, πολλά λεφτά, πολλά πλούτη, περισσεύουν επενδύσεις για όλους - ακόμα και για μας εδώ, τους ευρωστριμωγμένους.
Στο μεταξύ και μέσα σ’ όλα αυτά τα ολοκαίνουρια, κυλάει η ζωή μας, η καθημερινότητά μας. Έχει ο καθένας από μας τους στόχους του, τις ματαιώσεις του, τους έρωτες και τα πάθη του, τις οικονομικές και επαγγελματικές του αγωνίες, τον εγωισμό του, τη διάθεσή του να αλλάξει προς το καλύτερο και να αναβαθμίσει τα ψυχικά του αιτήματα. Ο χρόνος στον πλανήτη είναι λίγος και περνάει γρήγορα. Η κάθε μέρα μετράει, είναι ένα δώρο, θα έπρεπε να μπορούμε όλοι να το δούμε έτσι. Μας παίρνει όμως η κατηφόρα του γενικού κλίματος (που, ναι, χωρίς αμφιβολία, είναι αρνητικό πολύ) και χρεώνουμε εκεί όλες μας τις αποτυχίες και τα αδιέξοδα, ακόμα και αυτά που έχουμε δημιουργήσει με καθαρά δική μας, προσωπική ευθύνη και που θα ίσχυαν ακόμα και αν διανύαμε εποχή πολύ καλοθρεμμένων αγελάδων. Βλέπουμε τα έρημα, άδεια, ξενοίκιαστα μαγαζιά, τους άστεγους, τους άνεργους, την εγκληματικότητα, τη βία, τη μεγάλη απαξίωση που υφίστανται θεσμοί μέχρι πρότινος σχεδόν καθολικής αποδοχής - και μέσα σε όλα αυτά εντάσσουμε και δικαιολογούμε και τις δικές μας πάμπολλες προσωπικές αποτυχίες για να παρηγοριόμαστε. Ασχολούμαστε με ανθρώπους και συμπεριφορές με τις οποίες δεν αξίζει τον κόπο να ασχολούμαστε, μόνο και μόνο γιατί αυτό μας απενοχοποιεί και μας κάνει να νιώθουμε καλύτεροι, λιγότερο βρώμικοι, λιγότερο μπλεγμένοι στο δίχτυ, λιγότερο υπεύθυνοι για αυτά που ζούμε.
Στην ουσία τα φορτώνουμε όλα (εδώ στην Ελλάδα, τουλάχιστον) στο Καστελόριζο και την απόφαση του ΓΑΠ να μας πετάξει στα δόντια του ΔΝΤ, της ΕΚΤ και της τρόικας και αποποιούμεθα κάθε προσωπική ευθύνη. Δεν θέλουμε ή δεν μας βολεύει να αποδεχθούμε ότι είναι η εξέλιξη, η ίδια η ιστορία, που αναθεωρεί ριζικά τα πάντα και αναγκάζει όλους τους ζωντανούς ανθρώπους στον πλανήτη να επαναπροσδιοριστούν, να αναθεωρήσουν, να σκεφτούν αλλιώς - πάνω σε άλλες βάσεις και θεμέλια. Μιλάμε ακόμα για την «Αριστερά» και τη «Δεξιά» στην Ελλάδα με όρους μεταπολεμικούς και μετεμφυλιακούς, μιλάμε και για τον πλανήτη σαν να κατοικείται από 1 δισ. ανθρώπους (όπως το 1953 που γεννήθηκα εγώ) και όχι από σχεδόν 7 δισ. Θέλουμε η οικονομία, το τραπεζικό σύστημα, οι νομοθεσίες της «εξασφάλισης», τα κεκτημένα, τα θέλουμε όλα να λειτουργούν «όπως τα ξέραμε». Όμως η σελίδα έχει γυρίσει με δύναμη αδιαπραγμάτευτη και από εκεί που έπρεπε η Σούλα να κατέβει στο περίπτερο στην πλατεία Βάθης για να μιλήσει με τον πατέρα της στο καφενείο των Φαρσάλων, αρκεί ένα κλικ για να μιλήσει η κόρη της Σούλας με τον δικό της στο Μπαχρέιν, καθισμένη μπροστά στο λαπτοπάκι της, ανέξοδα, μέσω Skype.
Νομίζω ότι καταλαβαίνετε τι θέλω να πω, μέσα στην αμηχανία μου: Ο κόσμος αλλάζει με φόρα μεγάλη και ίσως όλο αυτό που λέμε «κρίση» να μην είναι τίποτα περισσότερο από την περίοδο αναπροσαρμογής που περνάει η ανθρωπότητα καθώς, για άλλη μια φορά στην Ιστορία, μεταμορφώνεται εξωτερικά - και μας αναγκάζει σαν μονάδες να αφήσουμε πίσω παλιές συνήθειες, δικαιώματα, κεκτημένα, αυτονόητες αλήθειες, για να ενταχθούμε στην καινούρια, αναβαθμισμένη της πραγματικότητα. Θέλει έναν κόπο αυτή η διάθεση αναπροσαρμογής και αναθεώρησης, αντιστρόφως ανάλογο με την ηλικία του καθενός από μας. Οι παλιοί δυσκολεύονται πιο πολύ, μιλάνε για πολιτική με όρους παλαιοπολιτικούς και, γιατί όχι, πιθανότατα θα αισθανόντουσαν πιο άνετα σε ένα πράσινο ή ένα γαλάζιο καφενείο παρά στο σήμερα, όπως εξελίσσεται ραγδαία και ανατρεπτικά. Οι νέοι, όσο και αν δυσκολεύονται, ξέρουν ότι θα καταφέρουν να διαμορφώσουν το μέλλον τους και αντιστέκονται στις ευκολίες των «κεκτημένων», των κομματικών εμμονών και των «δικαιωμάτων» που δεν τα κέρδισαν οι ίδιοι.
Κάπως έτσι νομίζω εξηγούνται και οι κοσμογονικές αλλαγές που συντελούνται και στις περιοχές της πολιτικής: Ό,τι ξέραμε μέχρι τώρα γκρεμίστηκε και γκρεμίζεται καθημερινά, κάνοντας μάλιστα ελάχιστο θόρυβο, χωρίς να μπορεί καν να «κινητοποιήσει» τους παλιούς του οπαδούς, τους εκατοντάδες χιλιάδες εκείνους εκδρομείς του '60 που γέμιζαν πλατείες κουνώντας πλαστικά σημαιάκια πράσινα, γαλάζια ή κόκκινα, μεταφερμένοι με πούλμαν από βουνά και από πεδιάδες στο Σύνταγμα ή την πλατεία Αριστοτέλους.
Δεν ξέρω αν με νιώθετε, αλλά εάν δεν διασκεδάζω θλίβομαι όταν διαβάζω στα site των κάποτε «μεγάλων εφημερίδων» (ή βλέπω στην τηλεόραση κάποιους «πολιτικούς αναλυτές» και anchormen των κεντρικών δελτίων), να ιδρώνουν πασχίζοντας να εξηγήσουν τις εξελίξεις που τους ξεπερνούν. Δυστυχώς ή ευτυχώς η Ιστορία τρέχει μπροστά με ιλιγγιώδεις ταχύτητες και στέφει με μια μελαγχολία τη δυσκολία πολλών από μας, της πλειοψηφίας ίσως, να παρακολουθήσουμε τις απανωτές ανατροπές που ξεπερνούν η μία την άλλη.
Έχω την παράξενη, πάντα αισιόδοξη, βεβαιότητα πως σύντομα θα ξυπνήσουμε ενταγμένοι επιτέλους στη μεταμορφωμένη ριζικά εξωτερική μας πραγματικότητα. Και τότε θα μπορέσουμε να κοιτάξουμε μέσα μας βαθιά για να δούμε το καθρέφτισμα της ψυχής μας και ό,τι έχει αποτυπώσει ο νους και η λογική στη διάρκεια της τρικυμίας. Στο μεταξύ, πιστεύω πώς ο καθένας από μας, χρησιμοποιώντας όλες τις δυνάμεις του, οφείλει στον εαυτό του να παραμείνει ψύχραιμος και να παρακολουθήσει με διαύγεια (και ουσιαστική διάθεση αυστηρής κριτικής αλλά και αυτοκριτικής) όλα όσα συντελούνται παγκόσμια στη δεύτερη δεκαετία του 21ου αιώνα.
Απαιτείται, δηλαδή, προσαρμοστικότητα συνδυασμένη με αποφασιστική διάθεση μαχητικής αντίστασης στην όποια προσπάθεια κατάλυσης των ατομικών μας ελευθεριών και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων μας.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις