Εκατό Ευρώ αξιοπρέπεια

                                                  photo: Pritam Sukumar@Flickr
Δεν θα μπω στα τρυπάκια του τι είναι ρατσισμός πάλι, κοκ. Μεταξύ μας, όλοι ξέρουμε και το χρησιμοποιούμε κατά το δοκούν. Εκκρεμεί και ένας νόμος που θα ξεπεράσει σε φήμη και το γεφύρι της Άρτας, όπως πάει.
Έχω ανάψει την ξυλόσομπα, για πρώτη φορά φέτος και από έξω ακούγονται ιαχές θριάμβου, προφανώς για κάποιον ποδοσφαιρικό αγώνα. Τι δουλειά έχουν τώρα τα ουρλιαχτά "γκοοοοοολ", με το θέμα μου; Κανένα. Το πάθος, η ένταση και ο φανατισμός μου έφεραν εικόνα και λέξεις στα δάχτυλά μου.
Την ξέρω χρόνια. Από τα μικράτα μου. Κλειστό παιδί, μαζεμένο. Όχι ιδιαίτερα όμορφη, αλλά δεν ήταν και άσχημη. Μανταλένα το όνομά της. Η γνωστή αδυναμία στην εθνική σταρ. Σε μια γωνιά, μπροστά στη λεωφόρο χαμηλά και λίγο παραμέσα στο στενό... Τόσο, όσο ώστε να αχνοφαίνεται η ύπαρξή της... Στο σκοτάδι, ανάμεσα από τις σιχαμένες για τις περισσότερες από εμάς, πικροδάφνες.
Πάντα μαυροντυμένη. Σεμνή ακόμη και εκεί κάτω. Μου έκανε εντύπωση αυτή η σεμνότητα, ειδικά στο ντύσιμο, αλλά ποτέ δεν είχαμε πολλά-πολλά, έτσι ώστε να ρωτήσω. Άλλωστε, εγώ ζούσα στον «κόσμο» μου.
Πέρασαν τα χρόνια, πολλά, σαν να φύσηξε ένας δυνατός αέρας τις σελίδες του βιβλίου, έκανα τα δικά μου όνειρα πραγματικότητα -όσα κατάφερα- και τη συναντώ στο σήμερα, σε έναν χώρο που δεν περίμενα ποτέ να τη δω. Στο σωματείο.
Και το λέω αυτό γιατί ήταν φαντάρος στη δουλειά. Χρόνια ατέλειωτα, κάθε βράδυ. Εγώ ξέρω πώς πέταξα τους κόπους μου στις χωματερές των πολυέξοδων, αδιέξοδων ονείρων. Και το γιατί έμαθα, κατόπιν εορτής.
Η παρουσία της εκεί με εξέπληξε δυσάρεστα. Τα ίδια μαύρα ρούχα, μακρύ μαύρο μαλλί, σεμνότητα και μια αξιοπρέπεια στο βλέμμα που με τσάκισε. Με λύγισε. Την αγάπησα εκείνη τη στιγμή.
Μου διηγήθηκε μια «μικρή» πρόσφατη περιπέτειά της. Με πόνο, δυσφορία, θυμό, απογοήτευση και κατάπληξη συνάμα.
Μπαίνει σε λεωφορείο να πάει για δουλειά. Πάντα έβγαινε νωρίς, μόλις το σκοτάδι ξεμύτιζε αφού ο ήλιος βαρέθηκε τη βόλτα του. Λίγος κόσμος. Λίγο πριν κατέβει στη Σκρα, μια παρέα -δυο αγόρια και μια κοπέλα- αρχίζουν και τη χλευάζουν. Δεν δίνει σημασία. Συνηθίζεται και αυτό, αν κουράστηκες να εξηγείς τα αυτονόητα είτε με τη στάση σου, είτε με την άμυνα, πολλές φορές και την επίθεση... Της κολλούν μια τσίχλα στα μαλλιά. Πόσο υποκειμενική είναι η ανοχή κάθε ανθρώπου!
Αν την έβριζαν ακόμη και χυδαία, δεν θα αντιδρούσε. Βαρέθηκε να παλεύει. Η τσίχλα όμως αποδείχτηκε Αχίλλειος πτέρνα. Είναι η στιγμή που θα διαλέξει αυτή, πότε θα εκραγείς. Ζητάει να σταματήσει το λεωφορείο από τον οδηγό με περίσσια τόλμη και καλεί την αστυνομία. Όντως έρχεται άμεσα και μάλιστα -οποία έκπληξις- επιπλήττει τους νεαρούς -ο ένας αλλοδαπός- και, μάλιστα, έντονα και με ζήλο.
Ο οδηγός ζητάει να επιπλήξουν και τη Μανταλένα για παρακώλυση συγκοινωνίας! Το θέατρο του παραλόγου σε μια χώρα που καταρρέει. Έξαλλη, σχεδόν αλλόφρων (δεν μπορώ καν να τη φανταστώ έτσι) απαιτεί από τους αστυνομικούς να πάνε όλοι στο τμήμα και να καταθέσει μήνυση. Και στον οδηγό.
«Μαζί σου», λένε οι μπάτσοι, «έχεις δίκιο, αλλά πρέπει να καταβάλεις 100 ευρώ για να κάνεις μήνυση».
Δεν είχε. Όχι πάνω της. Δεν είχε καν εκατό ευρώ. Κι αν τα είχε κρυμμένα κάπου για να πληρώσει κάποιον λογαριασμό, δεν περίσσευαν για τέτοια «πολυτέλεια».
Έσκυψε το κεφάλι, για άλλη μια φορά, προχώρησε με ασταθή βήματα για το λημέρι της προσπαθώντας να ξεκολλήσει την τσίχλα απ' τα κατάμαυρα μαλλιά, με άτσαλες, αμήχανες κινήσεις.
«Βούρκωσα από οργή, Άννα. Τσαλαπατήθηκε η αξιοπρέπειά μου για μια ακόμη φορά και δεν μπόρεσα να την ξαναπλάσω. Να την ισιώσω. Όχι από φόβο. Όχι από συνήθεια ή απάθεια, αν θες. Όχι από αγανάκτηση. Για εκατό γαμημένα ευρώ».
Για εκατό γαμημένα ευρώ, ρε φίλε…
protagon

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις